το Μοντελο του BBC: Παραδειγματα για το ΡΙΚ


Παρουσίαση σε ημερίδα του Ινστιτούτου Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας (ΙΜΜΕ) με θέμα:
“Η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση στην Κύπρο: ανανέωση, αναδιάρθρωση, εκσυγχρονισμός”
Παρασκευή, 4 Απριλίου, 2014

The new BBC building Portland Place

Η παρουσίαση που θα σας παραδώσω σήμερα βασίζεται σε έρευνα που διεξήγαγα στο BBC. Η έρευνά μου πραγματοποιήθηκε με αφορμή το διδακτορικό μου δίπλωμα. Παρόλα αυτά συνέχισα να μελετώ τον οργανισμό μέχρι και σήμερα γιατί το BBC είναι η ναυαρχίδα και το πρωταρχικό παράδειγμα για όλες τις Δημόσιες Ραδιοτηλεοράσης του κόσμου. Η έρευνα μου και η εκδόσεις που ακολούθησαν εστιάζουν και καλύπτουν θέματα που αφορούν:

• πώς αξιοποιεί την τεχνολογία για τη διέγερση και τόνωση της δημιουργικότητας (πατήστε εδω)
• πώς αξιοποιεί τα κοινωνικά δίκτυα ως προς την παραγωγή περιεχομένου (πατήστε εδώ)
• και πόσο ανταγωνιστικές είναι οι μονάδες παραγωγής του (πατήστε εδώ)

Σήμερα, αντί να δώσω μια διάλεξη που αφορά μόνο το BBC, θα συνδυάσω την εμπειρία που έχω αποκτήσει από την έρευνά μου με τα αντίστοιχα δεδομένα και τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στον τοπικό δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα: το ΡΙΚ. Έχω λάβει υπόψη το δημόσιο διάλογο που κινείται γύρω από το ΡΙΚ, και τη δημόσια διαβούλευση στην οποία είχα τη χαρά να παρευρεθώ και να παρακολουθήσω τα αποτελέσματα της την περασμένη εβδομάδα.

Η μελέτη του BBC έχει διευρυμένους ορίζοντες και η δυναμική της έχει τη δυνατότητα να πάρει πολλές τροπές. Αναπόφευκτα σήμερα θα επικεντρωθώ μόνο στα θέματα που πιστεύω ότι είναι καίριας σημασίας και χρήσιμα για το ΡΙΚ. Για αμέτρητους λόγους, δεν θα είχε νόημα να συγκρίνουμε ως όμοιους τους δύο ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς αν λάβουμε υπόψη τα: Μέγεθος, την ιστορία, τη φήμη, τη χρηματοδότηση και πολλές άλλες πτυχές που έρχονται στο μυαλό.

Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω λέγοντας ότι θα προσπαθήσω να μην κλίνω πολύ προς τη θεωρητική ανάλυση της δημόσιας ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας, ή του BBC ή του ΡΙΚ, γιατί αυτή είναι κρίσιμη περίοδος για την ιστορία – και το μέλλον – του ΡΙΚ, και σήμερα είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ να εστιάσουμε σε πιο πρακτικό, αποφασιστικό και δραστικό σχολιασμό. Λιγότερη θεωρία, περισσότερο πράξη. Ωστόσο, θέλω να δηλώσω ότι η καλύτερη εφαρμογή της πράξης συχνά υποστηρίζεται από θεωρία, από έρευνα, με παραδείγματα από άλλες χώρες και από εμπειρικά δεδομένα. Κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι, όταν πρόκειται για τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση, όπως ακριβώς αυτή τη στιγμή που αιχμηρές αποφάσεις πρέπει να παρθούν σχετικά με τη μεταρρύθμιση και την αναδιάρθρωση του οργανισμού-, η θεωρία – και πιο συγκεκριμένα η κανονιστική θεωρία, είναι αυτή που μπορεί να μας καθοδηγήσει. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η δημόσια ραδιοτηλεόραση διασταυρώνεται και διέπεται από κανονιστική θεωρία.

Το ήθος και η φιλοσοφία της δημόσια ραδιοτηλεόρασης χαρακτηρίζει τη σύγχρονη δημοκρατική Ευρώπη. Ένα ήθος που βασίζεται στα ιδανικά του John Stuart Mills περί Ελευθερίας και του Jurgen Habermas περί δημόσιας σφαίρας και επικοινωνιακής δράσης. Η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση μπορεί, απαιτείται και πρέπει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της δημοκρατικής διαδικασίας σε όλη την ΕΕ. Είναι ακριβώς για αυτούς τους λόγους που το ΡΙΚ έχει μείνει εκτός διαλόγου στις πρόσφατες συζητήσεις σχετικά με τη φιλελευθεροποίηση/αποκρατικοποίηση πολλών κρατικών και ημι-κρατικών οργανισμών. Λέγοντας αυτά, δεν σημαίνει ότι η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση θα πρέπει να είναι απρόσβλητη από κριτική και λογοδοσία.

Σε αυτές τις ρευστές και δύσκολες εποχές που ζούμε, για έναν ελληνοκύπριο να πληρώνει κάτι περισσότερο από 130 ευρώ σε ετήσια βάση (ανα νοικοκυριό) στη δημόσια ραδιοτηλεόραση, με τον οργανισμό να μπαίνει σε συνεχή αναμέτρηση με τον ιδιωτικό τομέα σε πολλές κατευθύνσεις του κλάδου της επικοινωνίας, είναι προφανές ότι αυτός ο οργανισμός πρέπει να μπορεί πραγματικά να εξυπηρετήσει ένα σκοπό, ένα όραμα. Είναι επίσης προφανές ότι σε όλη την ιστορία της, η δημόσια ραδιοτηλεόραση ως λειτουργία που αντιπροσωπεύει μια κοινωνία ήταν πάντα στο επίκεντρο και σε διαμάχη για να δικαιολογήσει την ύπαρξή της.

Είμαι βέβαιος ότι κατά τη διάρκεια της ημερίδας θα ακούσουμε από τους διακεκριμένους επισκέπτες μας πάμπολλα θέματα σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η δημόσια ραδιοτηλεόραση και το ΡΙΚ.

Την περασμένη εβδομάδα, ο καθηγητής κ. Σοφοκλέους δήλωσε ότι «δε χρειάζεται να επανεφεύρουμε τον τροχό στην Κύπρο». Το ΡΙΚ πρέπει να λάβει παράδειγματα, να μάθει και να πράξει με βάση τί κάνουν οι δημόσιες ραδιοτηλεόρασεις άλλων χωρών για να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους, για να προσαρμοστούν στα νέα οικονομικά δεδομένα ώστε να καταστούν βιώσιμοι οργανισμοί, τί κάνουν για να προσαρμοστούν και να αξιοποιήσουν τη ψηφιοποίηση, την παγκοσμιοποίηση και τη σύγκλιση, ενώ την ίδια στιγμή τί κάνουν για να λειτουργούν ως καταλύτες κοινωνιών.

Επιτρέψτε μου να σας δώσω ένα παράδειγμα από μια διαμάχη που μπορεί να αντιμετωπίσει η δημόσια ραδιοτηλεόραση. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως και σε όλες τις χώρες όπου η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση διατηρεί ισχυρή παρουσία, το BBC τυγχάνει συχνής κριτικής όταν πέφτει η τηλεθέασή του.

Γιατί κάποιος πρέπει να πληρώνει για ένα περιεχόμενο που δεν βλέπει, ποιο είναι το επιχείρημα; Είναι άσκοπο.

Από την άλλη πλευρά, όταν το BBC μπαίνει στη διαδικασία του ανταγωνισμού, προβάλλοντας για παράδειγμα το The Voice στην ναυαρχίδα του, στο κανάλι BBC 1, τότε και πάλι του ασκείται κριτική που αφορά: τον λόγο ύπαρξής του, ότι μετατρέπεται σε κάτι πάρα πολύ εμπορικό και ότι κλέβει ευκαιρίες από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις μέσω δημόσιων πόρων.

the voice UK logo

Η αναμετάδοση περισσότερων ντοκιμαντέρ, επικαιρότητας και δυναμικών πολιτιστικών προγράμματων θα αυξήσουν τη φήμη της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης μας, όπως ακριβώς γινόταν και στην περίπτωση της ΕΡΤ. Αλλά η παρωχημένη και η υπέρμετρη μετάδοση τέτοιων εκπομπών δείχνει, δυστυχώς, ότι ο οργανισμός είναι εκτεθημένος και επιρρεπής σε καυστική κριτική, άν η τηλεθέαση πέσει.

Η απάντηση βρίσκεται σίγουρα κάπου σε μια ισορροπημένη μέση. Η επιτυχία της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης βρίσκεται στη συνεχή εξισορρόπηση μεταξύ της ενημέρωσης, της εκπαίδευσης και της ψυχαγωγίας. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης.
Όλα τα χαρακτηριστικά αυτά πρέπει να αναπροσαρμόζονται με βάση τη σχέση «αποτυχία αγοράς» / δημόσια αξία, στα αγγλικά, market failure / public value: δηλαδή, είναι στις ευθύνες της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης να παράξει οπτικοακουστικό περιεχομένο για τομείς και κοινά μειονοτήτων, με ελάχιστη ακροαματικότητα, με όλους τους υπόλοιπους παρόχους να είναι απρόθυμοι να επενδύσουν σε αυτούς. Παρά τις μειωμένες προοπτικές για την επιτυχία αυτού του είδους του περιεχομένου χρειάζεται να γίνεται η επένδυση γιατί αλλιώς, αυτά τα κοινά και οι τομείς της αγοράς θα εκλείψουν. Παράλληλα, πρέπει να γίνεται επένδυση σε παραγωγή περιεχομένου που θεωρείται αναγκαία για τη δημιουργία δημόσιας αξίας για το κοινό. Αυτές οι αξίες είναι:

1. Να προσφέρει καθολική πρόσβαση
2. Να προσφέρει περιεχόμενο που συμβάλλει στη κοινωνική συνοχή και τη δημοκρατική διαδικασία
3. Να θέτει υψηλά πρότυπα όσον αφορά την ποιότητα στη ψυχαγωγία, την εκπαίδευση και την πληροφόρηση
4. Να προσφέρει πολιτικό πλουραλισμό και πολιτιστική πολυμορφία
5. Να εμπλουτίζει τις ζωές των ατόμων μέσα από την ιστορία, τις τέχνες και την επιστήμη
6. Να διατηρεί και να προωθεί τον εθνικό πολιτισμό και τη κληρονομιά της χώρας
7. Να διατηρεί συντακτική ανεξαρτησία και λογοδοσία
8. Να εξυπηρετεί τις ανάγκες μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας

Στη ψηφιακή εποχή, καθώς η δημόσια υπηρεσία ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης προσπαθεί να μετατραπεί σε δημόσια υπηρεσία συνολικής επικοινωνίας, έχει εξασφαλίσει επιπλέον χαρακτηριστικά. Δύο από αυτά τα βλέπουμε σταδιακά να κάνουν την εμφάνισή τους και να υιοθετούνται από τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση σε ετήσιες εκθέσεις και αναφορές. Αυτά τα δύο νέα χαρακτηριστικά της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης είναι:

9. Τόνωση της δημιουργικότητας και των δημιουργικών βιομηχανιών
10. Να προωθεί και να μεταδίδει τα οφέλη των νέων τεχνολογιών και των υπηρεσιών επικοινωνίας

Θεωρητικά, όλα τα προαναφερθέντα σημεία έχουν νόημα. Ωστόσο, η εφαρμογή τους είναι πολύ πιο δύσκολη ειδικά στην ψηφιακή εποχή και ειδικότερα μετά την οικονομική κρίση όπου η προτεραιότητα βρίσκεται στην εξοικονόμηση πόρων και κόστους. Επιπλέον, σε μία πολυεπίπεδη, πλήρως διαδραστική εποχή όπου οι πολίτες καταναλώνουν και δημιουργούν δικό τους περιεχόμενο, τα προβλήματα της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης επιδεινώνονται. Αν θέλουμε να αναπτύξουμε ένα βιώσιμο μοντέλο Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης για το μέλλον, ορισμένες αποφάσεις χρειάζεται να παρθούν τώρα που το ΡΙΚ περνά μέσα από τη δική του αναδιάρθρωση.

Πιστεύω ότι υπάρχουν διδάγματα που πρέπει να μάθουμε από το BBC και τις δικές του προσπάθειες στην αναδιάρθρωση, προκειμένου να μειώσει το κόστος του και να είναι εναρμονισμένο με την ψηφιακή εποχή. Αυτή η πεποίθηση γίνεται ολοένα και πιο ισχυρή κρίνοντας από τα όσα λέχθηκαν και τα αποτελέσματα της πρόσφατης δημόσιας διαβούλευσης που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα στο ΡΙΚ.

Δεδομένου ότι η στροφή προς ένα πολυ-καναλικό ψηφιακό τοπίο έχει αρχίσει, το BBC πραγματοποίησε δύο σημαντικές προσπάθειες αναδιάρθρωσης ώστε να προσαρμοστεί τόσο στο ψηφιακό τοπίο όσο και σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον, αυτό της ελεύθερης αγοράς. Το πρώτο συμβάν παρουσιάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 με το «Producer Choice», και η άλλη μεταξύ των ετών 2004-2012 η οποία και συνδυάζει δύο προοπτικές αναδιάρθρωσης τις οποίες ονομάζουμε «ανάπτυξη δημόσιας αξίας» και «δημιουργικό μέλλον».

Επί διακυβέρνησης Θάτσερ το BBC είχε εφαρμόσει μια προσπάθεια αναδιάρθρωσης που αναφέρεται «Producer Choice». Πρόκειται για εξαιρετικά μεγάλη και πολύπλοκη διαμόρφωση. Η βασική ιδέα ήταν να προετοιμαστεί το BBC για την ποσόστωση 25% που επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή με τον νόμο περί ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που επήλθε το 1990. Το «Producer Choice» αφορά μια αναδιάρθρωση του BBC που κατέστησε τον οργανισμό και πιο υπεύθυνο και βιώσιμο. Tαυτόχρονα όμως, λειτούργησε εις βάρος της δημιουργικότητας. Το δράμα και η κωμωδία υπέφεραν τρομακτικά, όπως και η ποιότητα των ειδήσεων και της επικαιρότητας. Αν ο οργανισμός δεν είχε ισχυρή παρουσία με ιστορία πάνω από 60 χρόνια, δεν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει και να επιζήσει στις αλλαγές. Πολλοί ταλαντούχοι παραγωγοί προγραμμάτων εγκατέλειψαν τον οργανισμό και ξεκίνησαν δικές τους ανεξάρτητες εταιρείες παραγωγής, ενώ άλλοι έπραξαν κακοβούλως εναντίον του οργανισμού με δραστηριότητες που έβλαψαν σοβαρά τη συνολική φήμη του BBC.

Όταν ο Mark Thompson έγινε γενικός διευθυντής του BBC το 2004 ανέλαβε τα ηνία από τον Greg Dyke, ένα άνθρωπο της τηλεόρασης που είχε την πλήρη υποστήριξη όλων των εργαζομένων. Οι Dyke και Thompson φαινόταν άνθρωποι που έμαθαν και από την ιστορία και από τα λάθη του παρελθόντος. Και οι δύο ανέτρεψαν τη συζήτηση, τα δεδομένα και την αντιμετώπιση όλων απέναντι στο BBC. Προτεραιότητα ήταν η ακεραιότητα, η λογοδοσία αλλά και η δημιουργικότητα. Οι Dyke και Thompson είναι οι πρωτεργάτες στην ανάπτυξη κληρονομιάς που υπάρχει μέχρι και σήμερα, δημιούργησαν συνθήκες συμβίωσης μεταξύ του ακροατηρίου, του περιεχομένου και των εργαζομένων. Ο Dyke την εποχή εκείνη δήλωσε «Στη δεκαετία του ενενήντα, ένας από τους στόχους του BBC ήταν, να καταστεί ως ο οργανισμός με την καλύτερη διαχείριση στο δημόσιο τομέα, οφείλω να ομολογήσω ότι αυτά τα δεδομένα δεν αποτελούσαν το καλύτερο κίνητρο για να σηκωθώ το πρωί από το κρεβάτι. Έτσι, επιτρέψτε μου να σας προσφέρω ένα νέο όραμα. Θέλουμε το BBC να γίνει ο πιο δημιουργικός οργανισμός σε όλο τον κόσμο».

O Greg Dyke έγινε εξωφρενικά δραστικός μεταξύ του 2000 και 2004. Συνέβαλε στη δημιουργία της Freeview της ψηφιακής τηλεοπτικής πλατφόρμας, βοήθησε στη δημιουργία πολλών ανεξάρτητων θεματικών καναλιών όπως το BBC 3 και BBC 4, ραδιοφωνικών σταθμών, καθώς και στη δημιουργία παιδικών καναλιών – στα οποία η καθηγήτρια κ. Ρούσσου αναφέρθηκε την περασμένη εβδομάδα λέγοντας ότι είναι απαραίτητη η αύξησή τους στην Κύπρο (ίσως όχι με τη δημιουργία καναλιών, αλλά περισσότερου παιδικού περιεχόμενου, σίγουρα). Πρόσφατα, υπήρξαν κάποιες αλλαγές στο BBC 3, θα αναφερθώ σε αυτές αργότερα.

Ο Mark Thompson πήρε τα ηνία από τον Greg Dyke το 2004 και παρά την ισχυρή ανάπτυξη της συνδρομητικής τηλεόρασης υπηρέτησε με τη σειρά του με επιτυχία καθόλη τη διάρκεια της θητείας του στο πηδάλιο του οργανισμού. Την εποχή που ο Thompson ανέλαβε καθήκοντα Γενικού Διευθυντή ήταν μια περίοδος με πολλές αλλαγές στον οργανισμό. Μια καίριας σημασίας αλλαγή που αφορούσε τη λειτουργία του BBC ήταν ότι το διοικητικό συμβούλιο αντικαταστάθηκε με την επιτροπή η οποία είχε το όνομα «BBC Trust».

Ο τρόπος που λειτουγεί πλέον ο οργανισμός του δίνει περαιτέρω ανεξαρτησία από την εκτελεστική επιτροπή διαχείρισης, γιατί η διαδικασία επιλογής των προσώπων που αποτελούν το BBC Trust είναι αντικειμενική και πραγματοποιείται με διαφάνεια, είναι ανοικτή προς συζήτηση και τελικά βασίζεται περισσότερο στην «αξία» και όχι την ιδεολογική κατεύθυνση. Αυτό δεν ανατρέπει το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν επηρεάζει την διαδικασία επιλογής των ατόμων. Τα μέτρα και οι διαδικασίες που ακολουθούνται όμως έχουν δώσει στο BBC Trust περισσότερη αυτονομία από τη κυβέρνηση και χρησιμοποιούνται ως έλεγχος για τη διασφάλιση της ακεραιότητας του BBC.

Εκτός από την εμπιστοσύνη, η πιο σημαντική αλλαγή επί Mark Thompson ήταν η εφαρμογή της «Ανάπτυξης Δημόσιας Αξίας» και η επένδυση στο δημιουργικό μέλλον. Το αποτέλεσμα των δύο αυτών δράσεων ήταν να αναδιαρθρωθεί πλήρως το BBC και να προετοιμαστεί για το ψηφιακό μέλλον στο οποίο χρειάζεται ο οργανισμός να συνεχίζει να έχει ενεργή δραστηριότητα και ζωτική σημασία. Σε ομιλία του προς τους εργαζόμενους του BBC ο Thompson σημείωσε, «Παντού στο BBC η δημιουργικότητα πρέπει να καταστεί ως η προτεραιότητα για μας, είναι ζωτικής σημασίας αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί και υπεύθυνοι απέναντι στο Δημιουργικό Μέλλον».

Οι μεταρρυθμίσεις και ο μετασχηματισμός για το Δημιουργικό Μέλλον βασίστηκαν σε αυτό που το BBC πρώτο ονόμασε ως η δεύτερη ψηφιακή επανάσταση. Η πρώτη επανάσταση αποτελούνταν κυρίως από την αφομοίωση των ψηφιακών μέσων ενώ η δεύτερη ψηφιακή επανάσταση συνιστούσε την ταχεία ανάπτυξη των ευρυζωνικών συνδέσεων η οποία εισήγαγε την εύκολη πρόσβαση σε μια δυνητικά απεριόριστη ποικιλία προγραμμάτων, αμέτρητες υπηρεσίες και περιεχόμενο προεπιλεγμένης ζήτησης. Η διαδραστικότητα, η εύκολη επικοινωνία και η σοφιστικέ κατανάλωση περιεχομένου από όλους θα γίνει η πανταχού και η πρώτη επιλογή σε όλα τα σπίτια που έχουν μεταβεί στην ψηφιακή εποχή.

Το Δημιουργικό μέλλον έχει στόχο να μειώσει το κόστος και να κρατήσει ενεργό το κοινό όλων των ενδιαφερόμενων ηλικιών. Μέσα από το Δημιουργικό Μέλλον ο Thompson είδε την ανάγκη η Δημόσια Ραδιοτηλεόταση να κρατήσει ενεργό και συνδεδεμένο με τον οργανισμό το νεανικό κοινό περισσότερο από οποιαδήποτε άλλα δημογραφική ομάδα. Αυτή η παράμετρος εξακολουθεί να αποτελεί υψηλή προτεραιότητα της Δημόσιας Ραδιοτηλεότασης σε όλη την Ευρώπη, όπως φαίνεται σε έρευνες που προέρχονται από τις μονάδες της EBU – Ευρωπαϊκής Ραδιοτηλεοπτικής Ένωσης. Η καθηγήτρια επικοινωνίας στο LSE Sonia Livingstone αναφέρει στην εμπειρική της μελέτη στο θέμα Ψηφιακά Μέσα και Νέοι, ότι τα νεαρά κοινά σήμερα αντιλαμβάνονται τα μέσα ενημέρωσης και τα καταναλώνουν μέσα σε ένα «ψηφιακό περιβάλλον».

Το σπίτι έχει μετατραπεί σε χώρο καλλιέργειας της κουλτούρας των πολυμέσων, ενσωματώνοντας τα οπτικοακουστικά μέσα, τις πληροφορίες και τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. Τα παιδιά ολοένα και περισσότερο παρακολουθούν επαγγελματικού επιπέδου παραγωγές οπτικοακουστικού περιεχομένου στον υπολογιστή, στα τάμπλετς, και τα smartphones και όχι από στην τηλεόραση, και συχνά το κάνουν ενώ καταναλώνουν και άλλες μορφές πολιτιστικών προϊόντων ή κουβεντιάζοντας μεταξύ τους. Επιπλέον, το κοινό αναμένεται ότι διασκεδάζει περισσότερο με την ενεργό συμμετοχή του στο περιεχόμενο που καταναλώνει. Η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση χρειάζεται να παραδεχτεί ότι έχει ανάγκη από νεότερες ηλικιακά δημογραφικές ομάδες περισσότερο από ότι αυτές έχουν ανάγκη τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση. Αν η Δημόσια Ραδιοτηλεόραση αποτύχει να προσελκύσει αυτές τις ομάδες, τότε η πορεία της είναι καταδικασμένη – και θα είναι μόνο θέμα χρόνου η διαλυσή της.

Ένας τρόπος για τη νέα δομή του BBC που προετοιμάζει τον οργανισμό ώστε να ανταπεξέλθει σε τέτοιου είδους αιτήματα ήταν η δημιουργία μιας τεχνολογικής μονάδας που μπορεί να εξυπηρετήσει και να ικανοποιήσει όλες τις ανάγκες στο σύνολο των τμημάτων. Αυτή η μονάδα ονομάζεται future media & technology. Άλλες σημαντικές τεχνολογικές εξελίξεις που προσφέρουν δημόσια αξία αποτελεί η δημιουργία του BBC iPlayer και η ισχυρή επένδυση στην διαδικτυακή ιστοσελίδα του BBC. Και οι δύο καινοτομίες έχουν γίνει τεράστια επιτυχία και συνεχίζουν να συσσωρεύουν και να σημειώνουν αύξηση του αριθμού των χρηστών που καταναλώνουν περιεχόμενο από το BBC σε όλες τις πλατφόρμες.

Το iPlayer επιτρέπει στους χρήστες να ενημερωθούν με περιεχόμενο που προβάλλεται με βίντεο με το μηχανισμό προεπιλεγμένης ζήτησης. Η καινοτομική εφαρμογή δημιουργήθηκε το 2007 και αποτελεί τεράστια επιτυχία με εκατομμύρια χρήστες να το αξιοποιούν σε εβδομαδιαία βάση, είτε μέσω της τηλεοπτικής οθόνης τους ή σε άλλες συσκευές, όπως υπολογιστές, ταμπλέτες και εξυπνα κινητά. Στην πραγματικότητα η απρόσμενη επιτυχία του iplayer επέτρεψε στο BBC να απενεργοποιήσει τις επίγειες συχνότητες για το BBC 3 και να προβάλλει το περιεχόμενό του αποκλειστικά μέσω διαδικτύου. Αυτή η λύση έχει εξοικονομήσει στον οργανισμό £30.000.000 τα οποία έχουν επανεπενδυθεί στο BBC One.

Μια άλλη πρόκληση που αντιμετώπισε και φρόντισε να ανταπεξέλθει το BBC με στόχο το Δημιουργικό Μέλλον ήταν η δημιουργία ποιοτικού περιεχομένου. Το πραγματοποίησε και αυτό με μια σειρά από δράσεις. Η πιο σημαντική αλλαγή ήταν ο επανακαθορισμός της διαδικασίας ανάθεσης έργων σε τρίτους και η οικοδόμηση συνεργασιών με ανεξάρτητους φορείς παραγωγής. Έτσι, δημιουργήθηκε μια ψηφιακή πλατφόρμα ηλεκτρονικής ανάθεσης σε τρίτους όπου εκατοντάδες ιδέες κατατίθενται όχι μόνο από την εσωτερική μονάδα του BBC, αλλά από όλη τη Βρετανία.

Επιπρόσθετα, όλοι οι ιθύνοντες και εμπλεκόμενοι στην παραγωγή προγραμμάτων τοποθετήθηκαν κάτω από ένα τμήμα του BBC που ονομάζεται BBC Vision, κατ’ αυτόν τον τρόπο διευρύνθηκε σημαντικά η παραγωγή μέσω τρίτων ανεξάρτητων παραγωγών και η οποία κατέστη δυνατή με τη δημιουργία του προγράμματος «Window of Creative Competition», του λεγόμενου WOCC. Παράλληλα, οι συντάκτες του κάθε genre, οι λεγόμενοι commissioning editors και οι υπεύθυνοι για κάθε κανάλι (οι channel controllers), είναι συνυπεύθυνοι για την επιλογή των ιδεών για τα νέα προγραμμάτα, μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται dual-tick system. – δηλαδή με έγκριση και από τους δύο.

H λογική του σχεδίου WoCC είναι ότι αυξάνει τη δημιουργικότητα στην παραγωγή επιτρέποντας πολυάριθμους οργανισμούς να ανταγωνίζονται για τηλεοπτικές προμήθειες και ως εκ τούτου έχει ως αποτέλεσμα να μετατρέπει τα τέλη άδειας αναμετάδοσης σε ποιοτικές υπηρεσίες με προσιτή τιμή. Το WOCC αξίζει 25% στον προϋπολογισμό παραγωγής του BBC, ή περίπου 250 εκατομμύρια λίρες (μέσος όρος προϋπολογισμού παραγωγής τα τελευταία πέντε έτη). Με 25% κονδύλι παραγωγής το οποίο είναι ήδη εξασφαλισμένο λόγω της εκ του νόμου υποχρεώσης που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια του νόμου περί ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων του 1990, το WoCC έδωσε στον τομέα των ανεξάρτητων φορέων παραγωγής την ευκαιρία να αυξήσουν το ύψος των κονδυλίων που λαμβάνουν από το BBC, σε ένα σύνολο 50%. Το WoCC απαιτεί από τους commissioning editors και τους channel controllers του BBC, να επιλέγουν είτε την εσωτερική παραγωγή είτε τη συνεργασία με εξωτερικούς παρόχους για τα προγράμματά τους. Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι ιθύνοντες έχουν πλήρη εξουσία στο τί πρόκεται να προχωρήσει σε παραγωγή και τί όχι; Η προταιρεότητά τους είναι να διαλέξουν τις καλύτερες ιδέες ανεξάρτητα από ποιον έρχονται και που παραδίνονται.

Τέλος, στον πυρήνα του BBC, το Δημιουργικό Μέλλον έχει δημιουργήσει τη μονάδα marketing, communications and audiences η οποία χρησιμοποιείται για τη διεξαγωγή συνεχούς έρευνας σε πολλούς τομείς. Για παράδειγμα, στη κατανόηση του τρόπου ζωής και των νέων τάσεων, για το που και το πώς οι άνθρωποι καταναλώνουν μέσα μαζικής ενημέρωσης και σε μελέτες ικανοποίησης του κοινού που προσφέρουν πολλά περισσότερα δεδομένα από ότι οι συνηθισμένες μετρήσεις τηλεθέασης σαν αυτών της AGB, AC-Nielson και BARB.

Σε αυτήν τη διαφάνεια, θα δείτε πώς ο Mark Thompson έχει διαμορφώσει τη δομή της οργάνωσης με αποτέλεσμα να πετύχει τη λειτουργικότητα του οργανισμού, η οποία μέχρι και σήμερα παραμένει η ίδια.

future

Εν κατακλείδι, πιστεύω ότι αυτοί είναι οι τομείς στους οποίους η πρόσφατη αναδιάρθρωση του BBC μπορεί να βοηθήσει το δικό μας ΡΙΚ. Δεν πρέπει να βιαστούμε να θέσουμε σε εφαρμογή τις πιο προφανείς λύσεις όπως για παράδειγμα τη λύση που εφάρμοσε το BBC με το μοντέλο «Producer Choice» τη δεκαετία του 90’ και έτσι η αναδιάρθρωση να γίνει εις βάρος της δημιουργικότητας του οργανισμού. Αυτή η λύση θα καταστρέψει το ήθος γενικότερα: και των υπαλλήλων και της κοινής γνώμης της Κύπρου. Πιστεύω ότι το ΡΙΚ δεν έχει ταυτιστεί ολοκληρωτικά με τη δημόσια ραδιοτηλεόραση αλλά με τη λανθασμένη έννοια της κρατικής ραδιοτηλεόρασης από την οποία επιβάλλεται να απαλλαγούμε. Ακόμα και σήμερα, πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να επιμένουν να αναφέρονται στο ΡΙΚ ως κρατικό μέσο. Η γνώμη μου είναι να ξεκινήσει μια συνολική οργανωμένη εκστρατεία, εσωτερικά και εξωτερικά η οποία να προωθήσει την πραγματική ταυτότητα του ΡΙΚ ως δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα της Κύπρου, έτσι ώστε να το αγαπήσουμε και να μας κάνει να νιώσουμε περηφάνια και όχι ότι μας ξοδέυει άσκοπα τους φόρους μας.

Επιπλέον, είναι καλύτερα να εφαρμόσουμε το δικό μας μοντέλο για το Δημιουργικό Μέλλον. Οι νέες μεταρρυθμίσεις και η αναδιάρθρωση πρέπει να εξετάσουν λεπτομερώς τις τεχνολογικές προοπτικές του οργανισμού και κυρίως τη διαδικασία ανάθεσης παραγωγής σε τρίτους ανεξάρτητους φορείς. Ο οργανισμός απαιτείται να χρησιμεύσει ως ένθερμος υποστηρικτής των δημιουργικών βιομηχανιών και παράλληλα να πληροί τις αρχές της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης .

Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας.

10157101_10151931373800653_937003373_n

Advertisement