Παρουσίαση του βιβλίου των Δρ Νικόλα Νικολή και Δρ Μάρκου Κωμοδρόμου “Αρχές Δημοσίων Σχέσεων” από την κ Ρίτα Χατζηλοΐζου-Καρατζιά, Διευθύντρια Επικοικωνίας της Cyta
Καλησπέρα σας,
Θα ήθελα να εκφράσω την ιδιαίτερη μου χαρά για την παρουσία πολλών συναδέλφων και φίλων στην παρουσίαση του βιβλίου του Δρ Νικόλα Νικολή και του Δρ Μάρκου Κωμοδρόμου «Αρχές Δημοσίων Σχέσεων», κάτι που τους τιμά ιδιαίτερα. Το βιβλίο αποτελεί απτή ένδειξη για το πόσο έχει ωριμάσει ο τομέας των Δημοσίων Σχέσεων στην Κύπρο. Μέσα από τις σελίδες της εξαιρετικής αυτής προσπάθειας, ο αναγνώστης θα αντιληφθεί ότι οι Δημόσιες Σχέσεις αποτελούν θεμελιώδη κορμό οποιουδήποτε σύγχρονου σοβαρού οργανισμού. Γι’ αυτά θα μιλήσουμε εκτενέστερα σε λίγο.
Πρώτα όμως, δυο λόγια γιατί βρίσκομαι σ’ αυτό το βήμα. Όταν ο Νικόλας και ο Μάρκος μου ζήτησαν να παρουσιάσω το βιβλίο «Αρχές Δημοσίων Σχέσεων», χάρηκα κι αποδέχτηκα αμέσως για δύο κυρίως λόγους. Πρώτα, γιατί η CYTA κλήθηκε να εμπλακεί στη δημιουργία αυτού του βιβλίου από την αρχή και έτσι σε αυτό περιλαμβάνονται 4 περιπτωσιακές μελέτες από τον οργανισμό μας καθώς και δύο συνεντεύξεις, μια δική μου και μια της συναδέλφου Αλεξίας Γιαλλουρίδου. Επομένως, νιώθουμε ένα αίσθημα περηφάνιας αλλά και ευθύνης για την επιτυχία του. Ο δεύτερος λόγος είναι η προσωπική μου πίστη ότι η προσέγγιση, η θεώρηση και οι συμβουλές τις οποίες παρέχει η έρευνα των δύο συγγραφέων, θα έχουν μεγάλη επιρροή στους επαγγελματίες του χώρου, αποτελώντας σημαντικό σημείο αναφοράς στην ανάπτυξη των Δημοσίων Σχέσεων στην Κύπρο. Είναι δε το πρώτο βιβλίο κυπρίων συγγραφέων, με θέμα τις Δημόσιες Σχέσεις, που περιλαμβάνει σημαντικές περιπτωσιακές μελέτες από την κυπριακή επιχειρηματική κοινότητα, κάτι που το καθιστά ιδιαίτερα ενδιαφέρον, τόσο για εμάς τους επαγγελματίες όσο και για τους φοιτητές, αφού πρόκειται για πρόσφατες περιπτώσεις που είναι φυσικό να θυμόμαστε.
Από τις πρώτες κιόλας γραμμές του βιβλίου «Αρχές Δημοσίων Σχέσεων» οι συγγραφείς μιλούν ευθαρσώς, αμφισβητώντας τον τρόπο που ζούμε σήμερα – «οι θέσεις αυτού του βιβλίου θα πρέπει να μελετηθούν προσεκτικά», τονίζουν εξαρχής, γιατί οι κοινωνίες σήμερα, «κατά μεγάλο βαθμό, αποτυγχάνουν – ΜALA TEMPORA CURRUNT – και οι καιροί είναι δύσκολοι». Παρά τη συνειδητοποίηση της σκληρής αυτής πραγματικότητας, φροντίζουν να δώσουν και μια ακτίδα αισιοδοξίας για τους τρόπους με τους οποίους οι σύγχρονες Δημόσιες Σχέσεις μπορούν να δώσουν πολλές λύσεις στα λάθη και τις παραλείψεις που έχουν γίνει. Διαπιστώνουν, για παράδειγμα, πολλές αλλαγές στη σύγχρονη ζωή, κυρίως με τη μεγάλη επίδραση, όπως όλοι γνωρίζουμε, ψηφιακών μορφών επικοινωνίας, οι οποίες μπορούν να φέρουν κάποιο φως στο δρόμο προς την αλήθεια της επικοινωνίας. Όπως μας λένε, «πολλές κοινωνικές ομάδες έχουν πλέον την ετοιμότητα να συνεργαστούν και να διαπραγματευθούν, με στόχο συμβιβασμούς που θα δημιουργήσουν αμοιβαία ωφέλη».
Αυτό, για μένα, είναι και ο πυρήνας της δομής αυτού του εξαίρετου βιβλίου, καθώς οι δημόσιες σχέσεις αποτελούν ένα βασικό άξονα επίλυσης κοινωνικό-πολιτικών και οικονομικών προβλημάτων. Το γιατί είναι πολύ απλό και το βλέπουμε γύρω μας. Η ψηφιακή επικοινωνία προσφέρει κάτι που έλειπε στο παρελθόν-αυθεντικό διάλογο και ισότητα. Και αυτοί είναι δύο παράγοντες-κλειδιά στις σύγχρονες μορφές δημοσίων σχέσεων.
Το βιβλίο «Αρχές Δημοσίων Σχέσεων» αποτελείται από 8 καλά δομημένα κεφάλαια, με μια δομή που εξασφαλίζει συνέχεια, σαφήνεια και ροή. Εν πρώτοις, διαβάζουμε μια εκτενή ιστοριογραφία των Δημοσίων Σχέσεων, στην οποία παρουσιάζεται και η σκοτεινή πλευρά του τομέα, δηλαδή όταν η πληροφόρηση διαστρεβλώνεται και μετατρέπεται σε προπαγάνδα. Παράλληλα, προσεγγίζεται και η θετική όψη των πραγμάτων, με τη σύγχρονη μορφή της επιστήμης αυτής να καθίσταται αναγκαία τόσο στον πολιτικό στίβο όσο και στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Κανένας οργανισμός δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς αποτελεσματικό τομέα Δημοσίων Σχέσεων. Αυτό το αντιλαμβανόμαστε μέσα από την επιχειρηματολογία του πρώτου κεφαλαίου που αναλύει την μεγάλη ‘γκάμα’, αν θέλετε, του χώρου, το πώς δηλαδή επηρεάζει πολλούς άλλους τομείς.
Το δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζει παραστατικά τις λειτουργίες των δημοσίων σχέσεων, δεικνύοντας ξεκάθαρα και με σαφή επιχειρήματα τις ποικίλες ευθύνες του χώρου, δηλαδή το πώς εξαπλώνεται σε όλες τις εκφάνσεις των κοινωνικών σχέσεων. Πώς, για παράδειγμα, οι σχέσεις καταναλωτών διαφέρουν από τις σχέσεις με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ή γιατί η σωστή επικοινωνία με τους υπαλλήλους οδηγεί σε αύξηση της παραγωγικότητας και της δημιουργικότητας. Οι συγγραφείς τολμούν, ακόμα, να εισαγάγουν και μια νέα πτυχή των δημοσίων σχέσεων – το ρόλο τους στη δημόσια διαχείριση, και αυτό αποτελεί μια εξαιρετικά σημαντική αναφορά, καθώς αυτή είναι μια πτυχή που δεν έχει αξιοποιηθεί ιδιαίτερα. Καταλήγουμε και πάλι στο ίδιο συμπέρασμα – κανένας σύγχρονος, αξιόπιστος οργανισμός δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς δημόσιες σχέσεις.
Το τρίτο κεφάλαιο επικεντρώνεται στο θεωρητικό πλάνο των δημοσίων σχέσεων και της επικοινωνίας. Και αυτό πιστεύω είναι θεμελιώδους σημασίας, καθώς κάποιοι επαγγελματίες του χώρου, δεν είχαν το πλεονέκτημα της ακαδημαϊκής κατάρτισης. Οργανισμοί και επαγγελματίες που είναι μυημένοι στην τέχνη της ρητορικής, της συμπεριφοράς των καταναλωτών και της επίδρασης των μέσων, κάνουν πραγματικά τη διαφορά. Οι συγγραφείς εδώ μας αναλύουν πως οι Δημόσιες Σχέσεις έχουν τη δυνατότητα να συνεισφέρουν στη διάδοση αντιλήψεων και κοινωνικών συμπεριφορών, άρα αποτελούν θεμελιώδη στοιχεία κάθε οργανισμού.
Στο τέταρτο κεφάλαιο, ακολουθεί μια συνολική και τεκμηριωμένη ανάλυση του πώς το Μάρκετινγκ και οι Δημόσιες Σχέσεις μπορούν και πρέπει να συνυπάρχουν σε ένα οργανισμό. Η διαφήμιση, οι ενέργειες προβολής, οι χορηγίες και οι άλλες μορφές επικοινωνίας ενσωματώνονται πια σε κοινές ή αλληλένδετες καμπάνιες. Όπως αναφέρεται και στο κεφάλαιο: «σήμερα μπορούμε να πούμε πως είναι η καλύτερη και η χειρότερη στιγμή για να δουλεύει κάποιος στην διαφήμιση» επειδή, αφενός, με τις τεχνολογικές εξελίξεις, το κοινό έχει την δυνατότητα να μην καταναλώνει τις διαφημίσεις στα ψηφιακά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ενώ, αφετέρου, προσφέρεται η δυνατότητα στοχευμένων διαφημίσεων. Το κεφάλαιο εξετάζει, επίσης, το ρόλο της εταιρικής επικοινωνίας στο πλαίσιο της επικοινωνίας μεταξύ οργανισμών. Διάδραση και διάλογος μεταξύ ενός οργανισμού και του κοινού αποτελεί ένα από τα πιο θεμελιώδη χαρακτηριστικά των Δημοσίων Σχέσεων, πράγμα που καταδεικνύει ότι οι Δημόσιες Σχέσεις είναι τώρα πιο σημαντικές παρά ποτέ.
Στα επόμενα δύο κεφάλαια αναλύονται λειτουργίες του τομέα, οι οποίες βρίσκονται στον πυρήνα της δράσης του, και γι’ αυτό χρειάζεται ειδική και εκτενής αναφορά σε αυτές. Αναφέρομαι στην Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, στη διαχείριση θεμάτων και στη διαχείριση κρίσεων. Οι συγγραφείς μας καθιστούν σαφή τη σημασία αυτών των λειτουργιών και παρουσιάζουν μια λεπτομερή ανάλυση σε ό,τι αφορά στον τρόπο εφαρμογής τους. Επιπρόσθετα, εξαίρετη είναι εδώ η διασύνδεση όλων αυτών των λειτουργιών με την εταιρική φήμη και το πόσο δύσκολη είναι η διαχείριση της στην ψηφιακή εποχή. Κατ’ αυτό τον τρόπο, έρχονται να ενισχύσουν περαιτέρω τη θεώρηση ότι οι οργανισμοί δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς Δημόσιες Σχέσεις.
Το έβδομο κεφάλαιο αποτελεί μια λεπτομερή ανάλυση της επικοινωνίας των οργανισμών μέσα από τα ψηφιακά μέσα ενημέρωσης. Οι συγγραφείς συμπυκνώνουν αποτελεσματικά σε ένα μόλις κεφάλαιο το τεράστιο αυτό θέμα, εξηγώντας με σαφήνεια όλες τις πτυχές της ψηφιοποίησης, του σχεδιασμού και παρακολούθησης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και τα μειονεκτήματά τους. Αυτό το κεφάλαιο με κάνει πραγματικά να αντιληφθώ και την εντυπωσιακή διαδικτυακή παρουσία του Μάρκου. Οι τεχνικές των ψηφιακών δημοσίων σχέσεων, όπως καταγράφονται σ’ αυτό το κεφάλαιο, είναι καθοριστικές για να αντιληφθούμε την αναγκαιότητα της συνεχούς σχέσης των οργανισμών με την κοινή γνώμη και γιατί βέβαια δεν μπορούν να επιβιώσουν χωρίς αποτελεσματικές Δημόσιες Σχέσεις, ιδιαίτερα στην ψηφιακή εποχή.
Το τελευταίο κεφάλαιο αφορά τη στρατηγική των Δημοσίων Σχέσεων. Πέρα από την κοινή παραδοχή ότι αυτές βασίζονται στην αποτελεσματική στρατηγική, οι συγγραφείς μας παρουσιάζουν μια νέα καινοτόμο στρατηγική που μπαίνει δυναμικά στο χώρο και επικεντρώνεται στην ανάπτυξη της δημιουργικότητας. Εδώ βλέπουμε τη σημασία της έρευνας του Νικόλα για τη διαχείριση και τη στρατηγική της δημιουργικότητας. Όπως τονίζεται και στο κεφάλαιο «καθώς η παγκοσμιοποίηση κυριαρχεί πλέον στον πλανήτη, η κοινοτομία και η δημιουργικότητα στη στρατηγική αποτελούν θεμελιώδεις ικανότητες». Επ’ αυτού, οι συγγραφείς παρουσιάζουν μια εξαιρετικά χρήσιμη προσέγγιση σχεδιασμού εκστρατείας Δημοσίων Σχέσεων. Με αυτό τον τρόπο καταδεικνύουν τη σημασία της διασύνδεσης των Δημοσίων Σχέσεων με τους επιχειρηματικούς στόχους. Είναι κεφάλαιο που κατέχει ιδιαίτερη σημασία για τους επαγγελματίες του χώρου, αλλά και τους φοιτητές, ώστε να κατανοήσουν τους λόγους για τους οποίους η στρατηγική ενός οργανισμού δεν μπορεί να πετύχει χωρίς αποτελεσματικές Δημόσιες Σχέσεις.
Μέσα σε αυτά τα οκτώ κεφάλαια του βιβλίου «Αρχές Δημοσίων Σχέσεων» υπάρχουν δεκάδες περιπτώσεις που εξετάζονται διεξοδικά και συνεντεύξεις με συνεργάτες και ακαδημαϊκούς, οι οποίες μας προσφέρουν πολύτιμες γνώσεις για τον τομέα των σύγχρονων Δημοσίων Σχέσεων. Νιώθω ένα αίσθημα ικανοποίησης αλλά και περηφάνιας που οι περιπτωσιακές μελέτες, ανάμεσα στις οποίες και τέσσερις από τη Cyta, γνωστές σε εμάς τους επαγγελματίες, έχουν τύχει ακαδημαϊκής αναγνώρισης, θα διδακτούν στα πανεπιστήμια και θα πάρουν τη θέση τους στη γραπτή μνήμη.
Πριν κλείσω, θα ήθελα να σημειώσω ότι ο Νικόλας και ο Μάρκος είναι εξαίρετοι επαγγελματίες στον κλάδο των Δημόσιων Σχέσεων. Έχουν εργαστεί ως σύμβουλοι επικοινωνίας για πολλούς γνωστούς οργανισμούς και εγώ, όσο και συνάδελφοί μου στη Cyta, είχαμε τη χαρά να δουλέψουμε μαζί τους, καθώς και με φοιτητές τους στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, σε αριθμό έργων. Με αυτό το βιβλίο, που αποτελεί εξαιρετική προσθήκη για βιβλιοθήκες, προσωπικές ή εταιρικές, αναλαμβάνουν να προωθήσουν τις καλές πρακτικές Δημοσίων Σχέσεων σε ακαδημαϊκό πλέον επίπεδο.
Νικόλα και Μάρκο, εύχομαι και στους δύο σας κάθε επιτυχία!
Σας ευχαριστώ.